Μιά μέρα τη γιαγιά μου
την έμπλεξα με τα δικά μου.
Την έφερα εγώ παρέα
μέσα στην πιάτσα στον Περαία,
γιατί, δεν είχα πρόχειρο άλλο,
να στείλω τότε στον "Μεγάλο",
τον σωματέμπορα μεσίτη,
καθώς, κρυβόμουνα στο σπίτι,
όταν τηλεφωνούσε
και αυτός βέβαια αδημονούσε,
για το που θά-βρισκε άλλο θύμα
να κινδυνεύσει για το χρήμα...
Τον λόγο μου του είχα δώσει
ότι θα πάω στο τραμπ*...
το "ΑΝΤΡΕΑ ΡΟΣΙ"...
όμως, το είχα μετανιώσει,
και η αιτία ήταν αυτός,
όταν μου είπε γελαστός
λίγο μετά την συμφωνία:
''..κίνδυνος σκέτος είν΄τέτοια πλοία
που πήρανε απ' τα ναυπηγεία
με κυλιόμενα βαγόνια
από τη μέση ως τα καπόνια.* *χειροκίνητοι γερανοί
Πρόσεχε μη σε θερίσει
σαν το βαγόνι θα γυρίσει,
γιατί έχει φάει κα 'να δυό...
...δεν θέλω ενοχές εγώ !"
Με βόλευαν τα νοσοκομεία
νάχω για δικαιολογία
όταν μετάνιωνα για κάποιο μπάρκο
κι απ' το κουμπάρο μας τον Μάρκο
γιατρό με δική του κλινική
είχα κατάλληλο χαρτί
μην παν΄δικαστικά αυτοί...
και τώρα... το πήγαινε η γιαγιά..
που τα κατάφερνε καλά.
Ορμήνεψα όλους στο σπίτι:
''ακούστε'' είπα, ''άμα τύχει
και πάρουνε απ' τον Πειραιά
να πείτε ότι είμαι 'βαριά'
και πως στου Μάρκου έχω μπει
στα ξαφνικά την κλινική.''
Η συμβία μου η ντροπαλή
ψέματα δεν μπορεί να πει
κι είχε σε μένανε δηλώσει,
ακουστικό δεν θα σηκώσει.
Κι όταν τηλέφωνο κτυπάει
καθόλου αυτή δεν απαντάει
και από φίλη ''μιλημένη'',
να πει το ψέμα περιμένει.
Η Μάγδα η κωλοπετσωμένη
μ' ηθοποιία... την θλιμμένη
προσποιήθηκε η ρουφιάνα
και το σχέδιο...
πέτυχε διάνα.
''Α, δυστυχώς...
μπήκε νοσοκομείο,
και δεν μπορεί νάναι στο πλοίο''
είπε, εγώ 'μαι η σύζυγός του...
και μούσια... μούσια...
κι άντε δώστου !
Τόφαγε ή όχι,
περαστικά
της είπε... αντίο και λοιπά
Έτσι... δεν πήγα εγώ στο πλοίο,
απ' του μεσίτη το ''αστείο'',
πως επικίνδυνη ειν’ η θέση.
Τη πάτησε γιατί 'χε δέσει
πως ήδη ήμουνα ψημένος
και δεν εδίστασε να πει επομένως
πως τη ζωή μου θα ρισκάρω
σ' αυτό το πλοίο σαν μπαρκάρω.
Τη πονηρόφατσα θυμάμαι
πού 'πε... ''τελειώσαμε.. άντε πάμε
να βάλεις την υπογραφή.''
και σίγουρα θάχε σκεφτεί...
έχω να βρω κι άλλο μ@@...α
γιατί 'ναι δύσκολο στη πιάτσα
να βρεις γραμματικούς* *υποπλοιάρχους
όταν τους θες κάπως κουτούς
__________
Μια μέρα στην τραπεζαρία,
σ' ένα καράβι στη Σκωτία,
έλεγα αυτήν την ιστορία,
μ' ανέκδοτα κι άλλα αστεία.
''Με ποιόν αυτός είχε να κάνει
δεν ήξερε το χαϊβάνι..''
γέλασε ο Μπάκας ο Βασίλης
και λέει ''τον Σπέρδουλο αν στείλεις
σε μπάρκο θα το μετανιώσεις..
μόνο αν θες να ξεσηκώσεις,
ναύτες δειλούς και φοβισμένους...
διαχρονικά αδικημένους
που τα βαστούν και δεν μιλάνε
όταν τους κλέβουν... τους πατάνε,
τ' αφεντικά να κονομάνε......
ΥΓ. Το σπέρδουλος ήταν παρατσούκλι,
άλλοι το κάναν και σπερδούκλι
την έμπλεξα με τα δικά μου.
Την έφερα εγώ παρέα
μέσα στην πιάτσα στον Περαία,
γιατί, δεν είχα πρόχειρο άλλο,
να στείλω τότε στον "Μεγάλο",
τον σωματέμπορα μεσίτη,
καθώς, κρυβόμουνα στο σπίτι,
όταν τηλεφωνούσε
και αυτός βέβαια αδημονούσε,
για το που θά-βρισκε άλλο θύμα
να κινδυνεύσει για το χρήμα...
Τον λόγο μου του είχα δώσει
ότι θα πάω στο τραμπ*...
το "ΑΝΤΡΕΑ ΡΟΣΙ"...
όμως, το είχα μετανιώσει,
και η αιτία ήταν αυτός,
όταν μου είπε γελαστός
λίγο μετά την συμφωνία:
''..κίνδυνος σκέτος είν΄τέτοια πλοία
που πήρανε απ' τα ναυπηγεία
με κυλιόμενα βαγόνια
από τη μέση ως τα καπόνια.* *χειροκίνητοι γερανοί
Πρόσεχε μη σε θερίσει
σαν το βαγόνι θα γυρίσει,
γιατί έχει φάει κα 'να δυό...
...δεν θέλω ενοχές εγώ !"
Με βόλευαν τα νοσοκομεία
νάχω για δικαιολογία
όταν μετάνιωνα για κάποιο μπάρκο
κι απ' το κουμπάρο μας τον Μάρκο
γιατρό με δική του κλινική
είχα κατάλληλο χαρτί
μην παν΄δικαστικά αυτοί...
και τώρα... το πήγαινε η γιαγιά..
που τα κατάφερνε καλά.
Ορμήνεψα όλους στο σπίτι:
''ακούστε'' είπα, ''άμα τύχει
και πάρουνε απ' τον Πειραιά
να πείτε ότι είμαι 'βαριά'
και πως στου Μάρκου έχω μπει
στα ξαφνικά την κλινική.''
Η συμβία μου η ντροπαλή
ψέματα δεν μπορεί να πει
κι είχε σε μένανε δηλώσει,
ακουστικό δεν θα σηκώσει.
Κι όταν τηλέφωνο κτυπάει
καθόλου αυτή δεν απαντάει
και από φίλη ''μιλημένη'',
να πει το ψέμα περιμένει.
Η Μάγδα η κωλοπετσωμένη
μ' ηθοποιία... την θλιμμένη
προσποιήθηκε η ρουφιάνα
και το σχέδιο...
πέτυχε διάνα.
''Α, δυστυχώς...
μπήκε νοσοκομείο,
και δεν μπορεί νάναι στο πλοίο''
είπε, εγώ 'μαι η σύζυγός του...
και μούσια... μούσια...
κι άντε δώστου !
Τόφαγε ή όχι,
περαστικά
της είπε... αντίο και λοιπά
Έτσι... δεν πήγα εγώ στο πλοίο,
απ' του μεσίτη το ''αστείο'',
πως επικίνδυνη ειν’ η θέση.
Τη πάτησε γιατί 'χε δέσει
πως ήδη ήμουνα ψημένος
και δεν εδίστασε να πει επομένως
πως τη ζωή μου θα ρισκάρω
σ' αυτό το πλοίο σαν μπαρκάρω.
Τη πονηρόφατσα θυμάμαι
πού 'πε... ''τελειώσαμε.. άντε πάμε
να βάλεις την υπογραφή.''
και σίγουρα θάχε σκεφτεί...
έχω να βρω κι άλλο μ@@...α
γιατί 'ναι δύσκολο στη πιάτσα
να βρεις γραμματικούς* *υποπλοιάρχους
όταν τους θες κάπως κουτούς
__________
Μια μέρα στην τραπεζαρία,
σ' ένα καράβι στη Σκωτία,
έλεγα αυτήν την ιστορία,
μ' ανέκδοτα κι άλλα αστεία.
''Με ποιόν αυτός είχε να κάνει
δεν ήξερε το χαϊβάνι..''
γέλασε ο Μπάκας ο Βασίλης
και λέει ''τον Σπέρδουλο αν στείλεις
σε μπάρκο θα το μετανιώσεις..
μόνο αν θες να ξεσηκώσεις,
ναύτες δειλούς και φοβισμένους...
διαχρονικά αδικημένους
που τα βαστούν και δεν μιλάνε
όταν τους κλέβουν... τους πατάνε,
τ' αφεντικά να κονομάνε......
ΥΓ. Το σπέρδουλος ήταν παρατσούκλι,
άλλοι το κάναν και σπερδούκλι
Από το βιβλίο "Σπασμένος κάβος". βιωματικό έμμετρο έργο
του Οδυσσέα Ηβιλάγια No 14/ e-mail: pmataragas@yahoo.com /
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
του Οδυσσέα Ηβιλάγια No 14/ e-mail: pmataragas@yahoo.com /
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
Ουτοπία
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.