Κυριακή, Ιουνίου 28

4:57 μ.μ.

            
     Οι πειρατές της Πειραϊκής 

Στο Μπόρνεο οι λιμενεργάτες
λέν' θα μας σπάσουνε τις πλάτες
μα και τα πόδια...
εξόδου αν βγούμε,
γιατί.... χοντρά τους βλαστημούμε,
που η μανίλλα* τούς ξεφεύγει,
                   *κάβος
και προς την θάλασσα οδεύει...


Βιλάι* πετάγαμε ώρα, *λεπτό σκοινί
          [κι ενώ τρομάξαν για να το πιάσουν,
οι μα@@@@ένοι,
            [σα νάχανε παρμάρα, θα το χάσουν

στη κυριολεξία μέσα
                           [απ' τα ίδια τους τα χέρια,
γιατί 'τανε φως φανάρι ότι χαζεύανε
              [την Ιρλανδή Ο' Μπράιεν Βαλέρια
που έκανε στο πάνω ντεκ,
                           [με το μπικίνι ηλιοθεραπεία,
η "υπεργκόμενα" όπως την λέγανε,
                             [η μαρκόνισά μας, η οποία,
για πολλαπλούς καυγάδες
                       [αρσενικών ήτανε συχνά αιτία,
μέχρι και ψιλομπουνιές για την καρδιά της
                     [κάποτε πέσανε στη τραπεζαρία.


   Με πλήρωμα όλο ξένους 
          [κάπου έντεκα λατσόνες*,              *εθνικότητες
   δυό καλοκαίρια και χειμώνες,
   ήμουν μαζί κάποιο καιρό,
   στο πλοίο αυτό...
    [που 'μεις το λέμε πειρατικό...
   με ένα πλήρωμα
                   [εντελώς.... κουφό,*              
*παράξενο, απίστευτο 
   από νοτιο-κεντρικο-βορειο-Αμερικανούς,
   Δανούς, Κορεάτες, Κινέζους, Γερμανούς,
   κι άλλους διάφορους, Μουσουλμάνους
                               [Εβραίους, Χριστιανούς,
   ανάμεσά τους δε σαν κούκος....
                             [και ένας Έλληνας..... εγώ.



Mε πιάνει σύγκρυο σωστό,
και μόνο που θα το σκεφτώ...

Δεν ντρέπομαι για να το πω,
μα πειρατής ήμουν και εγώ,
ή έμοιαζα κάπως έτσι,
με το μαχαίρι μου στη μέση,
και με κρυμμένο ένα στιλέτο,
στη τσέπη μου,
                     [ενώ στο πέτο
φόραγα σήμα της ειρήνης.

Ο ''ορισμός της καταισχύνης''
η υποκρισία μου αυτή
και παρακάτω δες γιατί.

     Πα' στο ρεμέτζο, όπως έλεγα λοιπόν,
          [σε μια σαπιόσκαλα στο Μπόρνεο !

     μ' αρπακτικό αιμοβόρο έμοιαζε
                              [ο σκιστομάτης όρνεο,
     ο εργοδηγός τους,
                [στην άκρη, στην προβλήτα,
     που απειλούσε εμάς στα ντόπια
                  [και στα Αγγλικά στα ίσα,
     γιατί τους ρίχναμε και μείς
           [πλήθος γκρικίνγλις τις βρισιές...


     Έρχονται κι άλλοι,
         [ν' αναβαθμίσουν λες τις απειλές,
     λεπίδες δείχνουνε
              [που ηλιογυαλίζουν κοφτερές...

     Λεν.. πως θα μας κόψουν τον λαιμό,
     στο πόρτο.... έξω.... αν βγούμε αυτό,
     και τσαμπουκά...
                   [όλο και πιότερο πουλάνε,
     βρίζουν και βλαστημάνε,
                      [με μίσος αγριοκοιτάνε...

''Τα νταϊλίκια δε περνάνε
σε μάς''
, τους απαντούμε,
''θάρθουμε έξω να τα πούμε,
το βράδυ θα λογαριαστούμε...''

''Κάτω θα σας πατούμε...'',
ακούω τον Ραλφ τον θηριώδη,
που λίγο το μυαλό του κόβει,
να λέει τσαντισμένος
και αναψοκοκκινισμένος....

      Ο Ραλφ που τον φωνάζαμε
                            [ο σημαδεμένος,
      ήταν πολύ μοβόρικο παιδί,
            [σίγουρα κάπως βαρεμένος,
      με σατανοτατουάζ
                     [σε χέρια, πόδια, σβέρκο,
       
και μ' έναν Αρμένη μπρατσαρά
                              [τον Αζαριάι Σέρκο,
       κάνανε μοναδικό...

                    [το τσαμπουκαλο-ντουέτο,
       τρομοκρατώντας όλους γύρω...

                         [μπουνιές βαρώντας
       από το πούπι* 

                             [έως της μπόμπας*          *πρύμνη    *βαρούλκο άγκυρας
       του καραβιού την άκρη, έτσι...
                    [για τη πλάκα τους όποιον 'θέλαν,
        στο πλοίο μας το περίφημο "Lady Megan".
           *Λαίδη Μέγκαν


Απ' την προβλήτα πάθαν πλάκα,
που 'μοιαζε ο Ραλφ... ντουλάπα(!)
κι ίσως να το ξανασκεφτούνε
πριν έρθουνε να μετρηθούνε,
με αυτούς τους ''άγριους πειρατές''
που δείχναμε... από τις απλυσιές,
αφροντισιά κι αξυρισιές...

Ναι.. ''πειρατές'' με κάποιο τρόπο,
αφού σε εμπολέμων τόπο
πηγαίναμε στο κάθε τόσο,
σαν όλα τα ευκαιριακά,
τα γνώριμα ''πειρατικά'',
που με το φτυάρι απ' το Πειραιά
πλήρωμα, παίρνουν...
                        [τυχοδιώκτες, 

κι όσους βρίσκουνε 
             [κλειστές τις πόρτες
απ' τις ''μεγάλες'' εταιρείες,
γιατί 'ναι φακελωμένοι

       [λόγω ροπής σε διεκδικήσεις...
κι αλλοίμονο αν έτσι αμαρτήσεις !
 
        Ν
ετάραμε* με τις μπογιές                 *τελειώσαμε τα βαψίματα
          κι άλλοι με τις αρματωσιές
          στις μπίγες, με παλάγκα.*
                   *οπλίσαμε τους γερανούς

       
          Σχολάσαμε και...
                               [''Μάγκα
                   ώρα να μετρηθούμε
                   μ' αυτούς που καρτερούνε...''
                   μούπανε, ''μην αργούμε''
.
                             

Β
γήκαμε οπλισμένοι,
με τα μαχαίρια μας ζωσμένοι,
το μόνο όπλο μες τα πλοία,
που οι αρχές, τα τελωνεία,
να έχεις, σου το επιτρέπουν
γιατί 'ναι εμφανές... το βλέπουν,
χρειάζεται για τη δουλειά,
για γάσες,* κόμπους και σκοινιά..
               *θηλιές  των κάβων                

      
Για τη 'δουλειά' ναι μεν.... αλλά,
είναι και για την άμυνά μας,
καθώς συνέχεια είν' σιμά μας,
το κάθε καρυδιάς καρύδι,
κι έχω μιλήσει γι αυτό... ήδη.

Σιγά ρε σεις μην φοβηθούμε,
εμείς....
     [που μέρα νύχτα ζούμε
μαζί με πρώην λεγεωνάριους,
φτωχοδιαβόλους, προλετάριους,

με ερήμην καταδικασμένους...
... πρώην φυλακισμένους,
με πρώην και νύν απατεώνες,
με καταγωγίων 

       [τους γνωστούς θαμώνες.


                
Μιά τέτοια κομπανία
είχα εγώ στα ξένα πλοία
για να γλυτώσω απ' τη πενία.

Έλεγα: χρήμα θα μαζώξω,
φροντίζοντας όμως να σώσω,
'δω μέσα το τομάρι μου...

      "Πρόσεχε βρε καμάρι μου'',
       με έννοια μούλεγε η δόλια
       η μάνα μ' στα Σεπόλια...

Πού νάξερε που έμπαινα
και αν ποτέ θα έβγαινα !

Υπό σημαία ευκαιρίας,
ο ριψοκίνδυνος παρίας,
τα κονομάει χοντρά,
μα... θα τα φάει τα λεφτά,
μόνο, αν σώος τελικά
βγει απ' τα κάτεργα αυτά...

Έτσι, λέν' τ' ανασφάλιστα,
των πειρατών κατάλοιπα,
όπου τα βρίσκεις κάλλιστα,
από μεσίτες στο Πειραιά,
με ένα μάτι όπως παλιά,
με μαύρη τάπα, και λοιπά....

Στη Νοταρά κι άλλα στενά
σου ψιθυράει στα κρυφά,
(γιατί είν΄παράνομα αυτά)
και στ' αμολάει στεγνά...

''Άμα γουστάρεις τετραπλά
από τα τρέχοντα μισθά
και σε δολάρια τα λεφτά,
έλα και δούλεψε σ' αυτά,
θα πάνε όλα μια χαρά,
κι αν φας και κάποια....
                      [μαχαιριά
δεν χάλασε κι ο κόσμος...!''

Των ισχυρών ισχύει ο νόμος,
όπως και μες στις φυλακές,
κρυφές φαλτσέτες κι απειλές...

       Έξω το βράδυ βγήκαμε
       και ξεπουτανιαστήκαμε,

         ήπιαμε και μεθύσαμε,
       βρίσαμε και βριστήκαμε,
       την τύχη σιχτιρίσαμε,
       και φάλτσα τραγουδήσαμε.


Κάποτε αποφασίσαμε,
πίσω να πάμε πάλι
παραπατώντας, ένα χάλι..

        Αργά 'χα συνειδητοποιήσει
        πως μας την είχαν στήσει.

        Ξύλο πολύ μας ρίξαν...
        τις μούρες μας... τις πρήξαν
        χάμω μάς επατήσαν,
        κι είχανε και βαρύ το χέρι !


        Πρώτος ετράβηξε μαχαίρι,
        και χάραξε ένα κωλομέρι
        σαν βρήκε κάποια ευκαιρία,
        ο Άρνι από τη Δανία...
        πούζησε στην Ωκεανία*,
             *Η Αυστραλία και τα γύρω νησιά
        κι ήταν γνωστός σαν λωποδύτης,
        μαχαιροβγάλτης κι αγιογδύτης...

        Αίφνης η ξένη κομπανία,
        ετράπη σε άτακτη φυγή,

        προς έκπληξη όλων...        
          [σαν το μαχαίρι είχε δει,
        και κάπως έτσι, κάπου εκεί
        θα λήξει αυτή η συμπλοκή.

Ο Άρνι, "το κομμένο αυτί"
που λέγανε στη φυλακή...
είχε και μαχαιριά ως το μάτι,
και του αυτιού του ένα κομμάτι
έφυγε, σαν τού τραβήξαν
το σκουλαρίκι και τον αφήσαν,
αναίσθητο σ' ένα μπουρδέλο...

''Πρώτος να την επάρω θέλω...''
και παρακάμπτει τη σειρά
λέγοντας, ''ούτε μιλιά...''
αφού 'χε δει τη 'μορφονιά
ολόγυμνη απ' τη γωνιά
σαν άνοιξε η πόρτα.
Πολλά... ανάψαν φώτα,
 
στο νου του, θαμπωτικά,
πούταν σβησμένα
από τη Καρθαγένα,
το τελευταίο του λιμάνι.

Αυτόν εμείς τον λέμ' χαρμάνη !
Ξάφνου,
        [μπροστά του είδε το νταβά,
άγριο και τσαμπουκά,
που τούριξε τη μαχαιριά.

Ο Άρνι ήταν σα κουλός...
Πώς να αντισταθεί αυτός,
αφού του πόρτου ο φρουρός
του πήρε με ζόρι το μαχαίρι
όταν... κεφάτος... μεσημέρι,
στη πόλη κίνησε ναρθεί
για περιπέτεια...
              [να φτιαχτεί.
           
Μείναμε στη συμπλοκή,
όταν... λακίσαν οι πιο πολλοί,
που σε εμάς την είχαν στήσει
και είχαν όλους μας τσακίσει...

Τον Άρνι τον συγχαίρουν
οι ναύτες που όλοι φέρουν
σημάδια και πληγές
από μπουνιές και ροπαλιές.

Δυό τρείς πάμε για ράμματα,
κι έτσι τα χαράματα
γυρίσαμε στο πλοίο,
που ήδη το φορτίο
ολόκληρο είχαν πάρει,
τα αμπάρια είχαν σπατσάρει
            *είχανε κλείσει τ' αμπάρια
τους κάβους είχαν βιράρει*              *είχανε τραβήξει τα λυμένα σκοινιά
και έτοιμο ήταν να σαλπάρει...

     Φεύγαμε σώοι και να ξεχάσουμε
          [θέλαμε όλοι αυτή την ιστορία,
     μα δεν τελείωνε εκεί,
          [γιατί 'δαμε νάρχονται απαρτία
     αυτοί πούχαμε κατασκοτωθεί...

                                        [χθες βράδυ,
     και καθώς ξεκόλλαγε
              [απ' την προβλήτα το καράβι,
     να χαιρετάν και να μας λεν
        [σε άλλη εσπεράντο*.... της ψυχής, 

                                                       [καλό ταξίδι !!!

      Γιατί.... δεν κελαηδήσαμε,
          [στους μπάτσους, που ανακρίσεις κάναν ήδη,
      και τα μπουντρούμια της Άπω Ανατολής,
      φίλε μου σου εύχομαι......
                           [ποτέ μην αξιωθείς να δεις !

               ΥΓ
Όχι, για τη συμφιλίωση δεν έπαιξε κανένα ρόλο
[το σλόγκαν του 19ου αιώνα "Εργάτες όλου του κόσμου ενωθείτε",
ρόλο έπαιξε η μπέσα, η μπέσα και μόνο, των ναυτικών,
                        [η παραδοσιακή.... που μερικοί ίσως και ν' αγνοείτε
κι ας από κάποιους φλωρο-βουτυρομεγαλωμένους ρεπόρτερ,
                                     [κακοποιό στοιχείο ο ναυτικός αποκαλείται. 

______________________________________________________





* Εσπεράντο, (Διεθνής γλώσσα που δημιουργήθηκε κατά κάποιο τρόπο από ρομαντικούς επιστήμονες, μπας και μιλήσουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια γλώσσα.... Δεν το πέτυχε βέβαια και τους λόγους εύκολα μπορει να τους φανταστεί κανείς) Αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1870 και στις αρχές της δεκαετίας του 1880 από τον Λουδοβίκο Ζάμενχοφ, έναν Eβραίο οφθαλμίατρο από το Μπιάλιστοκ, που ήταν την εποχή εκείνη τμήμα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τον Ζάμενχοφ, αυτός δημιούργησε αυτή τη γλώσσα για να προωθήσει την αρμονία μεταξύ ανθρώπων από διαφορετικές χώρες. Πρόκειται για μια γλώσσα εξ ορισμού απλή, που διαθέτει όλα τα πλεονεκτήματα οποιασδήποτε εθνικής γλώσσας, χωρίς όμως ιδιωματισμούς και γραμματικές ανωμαλίες.
Η Εσπεράντο βασίζεται κυρίως στο συντακτικό υλικό των λατινογενών γλωσσών. Χρησιμοποιεί το λατινικό αλφάβητο και έχει φωνητική προφορά ενώ όλες οι λέξεις τονίζονται στην παραλήγουσα. Είναι εύκολη, με γραμματική που περιλαμβάνει 16 κύριους κανόνες. Η εκμάθησή της είναι δυνατή μετά από σπουδή 12-18 μηνών, σε εβδομαδιαία μαθήματα της μιάμισης ώρας. θεωρείται απλή, προσιτή σε όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως ηλικίας και μόρφωσης, πλήρης και εκφραστική, όσο όλες οι γλώσσες του κόσμου, με πλούσια πρωτότυπη και μεταφρασμένη λογοτεχνία.




  
Από το βιβλίο "Σπασμένος κάβος". βιιωματικό έμμετρο έργο 
του Οδυσσέα Ηβιλάγια No 117 / e-mail: pmataragas@yahoo.com / 
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga


Ευχαριστούμε για την συνεργασία :

Τους μαστρο-Αντώνη Μπεκιώτη Α΄ Μηχανικό,
θαλασσοδαρμένο κυριολεκτικά, με μακρά θητεία 
στα καράβια, και τον μέσα σε όλα, φίλο λοστρόμο 
από την Κάλυμνο που θαλασσοδαρθήκαμε για καλά, 
τη δεκαετία του 80 στον Ειρηνικό.....

     

  Ουτοπία 

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.